Παρασκευή 10 Μαρτίου 2017

Κοιτάξτε τα έργα μου, ισχυροί κι απελπιστείτε!



Τρείς χιλιάδες, τριακόσια χρόνια περίπου πρίν από σήμερα, στην ισχυρότερη χώρα του τότε κόσμου, βασίλευε ο ισχυρότερος της βασιλιάς. Μέχρι σήμερα μάλλον παραμένει ο διασημότερος όλων των μεγάλων αυτού του πολιτισμού.O Ραμσής ο Β'.

Ιστορικά δεν είμαστε σίγουροι για το πόσο σημαντικά ήταν τα έργα του για την Αίγυπτο, όμως, ο ίδιος φρόντισε να τα διαφημίζει συνεχώς με πληθώρα μνημείων και αναφορών στο μεγαλείο του.
"Βασιλεύς βασιλέων Οσυμανδύας ειμί. ει δε τις ειδέναι βούλεται πηλίκος ειμί και που κείμαι, νικάτω τι των εμών έργων.",
ανέγραφε σύμφωνα με τον Διόδωρο Σικελιώτη, που μεταφέρει αρχαιότερη πηγή, η επιγραφή ενός κολοσσιαίου του αγάλματος. (Το Οσυμανδίας είναι ελληνική παραφθορά του Usermaatre : η δικαιοσύνη του Ρα είναι δυνατή)

Δεν γνωρίζω ποιος άλλος ισχυρός θα μπορούσε εκείνη την εποχή να νικήσει τα έργα του Ραμσή, όμως διαβάζοντας την χθεσινή είδηση της τυχαίας ανεύρεσης ακόμη ενός κολοσσιαίου του αγάλματος μέσα στις λάσπες και την βρώμα των φτωχογειτονιών της σημερινής Αιγύπτου, ιδιαίτερα κοιτώντας τις σχετικές φωτογραφίες, δεν μπορούμε παρά να αναρωτηθούμε για την ισχύ των έργων των ανθρώπων, ακόμη και των πιο δυνατών ανάμεσα τους.



Δύσκολα μπορούν οι λέξεις, ιδιαίτερα όταν απαιτείται συντομία, να εκφράσουν όλη αυτή την διάσταση μεταξύ του τότε μεγαλείου και της σύγχρονης κατάληξης, ευτυχώς, όμως, υπάρχει η ποίηση και το 1817 ο Άγλλος ποιητής Σέλλευ, κάνοντας ένα φιλικό διαγωνισμό Σονέτας με τον φίλο του τραπεζίτη Οράτιο Σμίθ πάνω στην ίδια αναφορά του Διόδωρου, κατάφερε σε λίγα λεπτά να αποτυπώσει, όλα τα παραπάνω, σε ένα από τα πιο εμβληματικά ποιήματα της Αγγλικής γλώσσας, το οποίο θα μπορούσε να έχει γραφτεί και σήμερα για το θέμα της είδησης μας (περισσότερα σχετικά εδώ).

I met a traveller from an antique land
Who said: Two vast and trunkless legs of stone
Stand in the desert. Near them, on the sand,
Half sunk, a shattered visage lies, whose frown,
And wrinkled lip, and sneer of cold command,
Tell that its sculptor well those passions read
Which yet survive, stamped on these lifeless things,
The hand that mocked them and the heart that fed:

And on the pedestal these words appear:
'My name is Ozymandias, king of kings:
Look on my works, ye Mighty, and despair!'
Nothing beside remains. Round the decay
Of that colossal wreck, boundless and bare
The lone and level sands stretch far away.


Συνάντησα έναν ταξιδιώτη από χώρα αρχαία·
είπε: τεράστια, δίχως κορμό, δυο πόδια πέτρινα
υψώνονται στην έρημο… Κοντά τους, μες στην άμμο
βυθισμένο, ένα θρυμματισμένο πρόσωπο· τα σκυθρωπά του
χείλη, πτυχωμένα σ’ ένα χαμόγελο ψυχρής υπεροχής,
λένε ο γλύπτης τους πως διάβασε σωστά αυτά τα πάθη
που ακόμη ζούνε χαραγμένα στ’ άψυχα ετούτα πράγματα
– το χέρι που τα περιγέλασε και την καρδιά που τα ’θρεψε.
Και πάνω στο κρηπίδι αυτές οι λέξεις αχνοφαίνονται:
‘‘Οζυμανδίας τ’ όνομά μου, ο βασιλεύς των βασιλέων,
κοιτάξτε τα έργα μου, ισχυροί κι απελπιστείτε!’’
Άλλο τίποτα δεν απομένει. Γύρω από τη φθορά
των κολοσσιαίων ερειπίων, απέραντη, γυμνή,
μόνη η έρημος, κι επίπεδη, απλώνεται μακριά.


Και η προσπάθεια του Οράτιου
In Egypt's sandy silence, all alone,
Stands a gigantic Leg, which far off throws
The only shadow that the Desert knows:—
"I am great OZYMANDIAS," saith the stone,
"The King of Kings; this mighty City shows
"The wonders of my hand."— The City's gone,—
Nought but the Leg remaining to disclose
The site of this forgotten Babylon.

We wonder,—and some Hunter may express
Wonder like ours, when thro' the wilderness
Where London stood, holding the Wolf in chace,
He meets some fragment huge, and stops to guess
What powerful but unrecorded race
Once dwelt in that annihilated place.


Τελικά αν ακόμη και τα έργα του βασιλέα των βασιλέων τα τρώει στο τέλος η λάσπη και η σκόνη τι απομένει από όλους τους υπόλοιπους και συγκριτικά "ασήμαντους" από εμάς, τι απομένει όταν κοιτάει τα έργα μας ο χρόνος και γελάει. Ο πραγματικά ισχυρός των ισχυρών. Το γέλιο των θεών η απελπισία δικιά μας.

Η όπως με δυο γραμμές είπε στην "φθορά" του ο Καρυωτάκης :

Στην άμμο τα έργα στήνονται μεγάλα των ανθρώπων,
και σαν παιδάκι τα γκρεμίζει ο Χρόνος με το πόδι.